Εκπαίδευση και συμβουλευτική γονέων

Μετά την αναγνώριση που έχει η οικογενειακή ζωή στην παιδική και εφηβική ηλικία για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και της ψυχικής υγείας αναπτύχθηκε ως μια πρακτική πρόληψης η εκπαίδευση και η συμβουλευτική γονέων με γνωστότερο το σχήμα των Σχολών Γονέων. Στην Ελλάδα οι Σχολές Γονέων λειτουργούν από το 1962 και στοχεύουν στην πρωτογενή πρόληψη, ενώ βασικοί σκοποί λειτουργίας τους είναι: α) η στήριξη του δοκιμαζόμενου θεσμού της οικογένειας, β) η διαφύλαξη και προστασία της ψυχικής υγείας και θετικής εξέλιξης του παιδιού και όλων των μελών της οικογενειακής ομάδας, και γ) η εκπαίδευση του γονέα σε μεθόδους αποτελεσματικότερης επικοινωνίας με το παιδί του (Χουρδάκη, 2000β, 2001. Παππά, 2006).

Το πρόβλημα επικοινωνίας μεταξύ γονέων και παιδιών φαίνεται να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις, αφού σε πρόσφατη έρευνα βρέθηκε ότι το 40% περίπου των μαθητών αντιμετωπίζουν προβλήματα με τους γονείς τους, και μάλιστα, επιλέγουν να μην τα συζητούν με κανέναν (Μπρούμου, 2008). Για την πραγματοποίηση των παραπάνω σκοπών οι Σχολές Γονέων, σύμφωνα με το «Εξελικτικό Σύστημα» της Μαρίας Χουρδάκη (το οποίο βασίζεται στις αρχές της «Διεθνούς Ομοσπονδίας για την Εκπαίδευση των Γονέων») έχουν ως στόχο να προσφέρουν στους γονείς: α) βασικές γνώσεις μέσα από την ενημέρωση-πληροφόρηση (information) για σημαντικά θέματα της εξέλιξης του παιδιού τους με βάση τα σύγχρονα δεδομένα της Εξελικτικής και της Οικογενειακής Ψυχολογίας και, β) διαμόρφωση-διαφοροποίηση (formation) της στάσης και της συμπεριφοράς του γονέα απέναντι στο παιδί σε κάθε φάση της ζωής του και κατά συνέπεια, όλων των μελών της οικογένειας. Εκείνο που τονίζεται είναι ότι η Σχολή Γονέων δεν παρέχει «έτοιμες συνταγές» ή «κανόνες» επιτυχίας αλλά αποσκοπεί στην πρόληψη προβλημάτων, την προστασία της ψυχικής υγείας της οικογένειας και όχι στη θεραπεία.

Όσον αφορά την οργάνωση, διαμορφώνονται μικρές ομάδες των 12-15 ατόμων και ανάλογα με τη θεματική ενότητα και το ηλικιακό επίπεδο των παιδιών οι Ομάδες Γονέων διαφοροποιούνται σε: α) Σχολή Γονέων Βρεφικής-Νηπιακής ηλικίας, β) Σχολή Γονέων Σχολικής ηλικίας και γ) Σχολή Γονέων Εφηβικής ηλικίας. Σχετικά με τη μεθοδολογία, ακολουθείται η γνωστή εργασία με ομάδες (group work), τις οποίες συντονίζει ειδικός ψυχικής υγείας, και σε ατμόσφαιρα που γίνεται σταδιακά φιλική κάθε γονέας έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει τις απόψεις του, να ακούσει τις αντίστοιχες θέσεις των άλλων γονέων και τελικά να γίνει συζήτηση με τον ειδικό. Έτσι, οι γονείς οδηγούνται προς τη συνειδητοποίηση του ρόλου τους και σταδιακά και προοδευτικά προς τη διαφοροποίησή τους (Χουρδάκη, 2000β, 2001. Παππά, 2006, 2008).

Οι συναντήσεις γίνονται με εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη συχνότητα και διαρκούν 1:30΄. Η θεματολογία των συναντήσεων προσδιορίζεται ανάλογα με τα ενδιαφέροντα των γονέων και σύμφωνα με σχετικά τους αιτήματα. Μια παρατήρηση που ίσως έχει ενδιαφέρον για την ελληνική πραγματικότητα είναι ότι, ενώ όλοι οι γονείς παρουσιάζουν στην αρχή ενδιαφέρον μόνο σε θέματα ψυχολογίας παιδιού, όταν προχωρήσει η εργασία της ομάδας στρέφονται στη δική τους ψυχολογία. Πρώτη ερμηνεία είναι πως οι γονείς για πρώτη φορά έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν, να συζητήσουν, να ερμηνεύσουν την προσωπική τους ψυχολογία από την πλευρά τόσο των παιδικών τους βιωμάτων όσο και των πολλαπλών άλλων παραγόντων, κοινωνικών, οικονομικών, πολιτιστικών, πολιτικών που τη διαμορφώνουν, αφού συνδέονται άμεσα με την καθημερινή προβληματική των γονέων κι ερμηνεύουν τις πολλαπλές στάσεις τους. Η δεύτερη ερμηνεία έχει σχέση με το γεγονός πως οι γονείς για πρώτη φορά συνειδητοποιούν την αλήθεια πως τα περισσότερα προβλήματα των παιδιών τους έχουν άμεση αναφορά προς τη δική τους ψυχολογία. Οι δύο ψυχολογίες είναι «συγκοινωνούντα δοχεία» (Χουρδάκη, 2000α).

Τα αποτελέσματα των εργασιών των Σχολών Γονέων στη μακρά διάρκεια λειτουργίας τους (1962-2010) υπήρξαν θετικά. Πολλές οικογένειες έχοντας την εμπειρία της πραγματικής στήριξης και καθοδήγησης βρήκαν το δρόμο τους. Σημαντική ήταν η εκτίμηση των γονέων, γιατί με τη βοήθεια της επιστήμης προχώρησαν με τα παιδιά τους και ξεπέρασαν δυσκολίες επικοινωνίας και προσαρμογής. Οι Σχολές Γονέων δεν υποστηρίζουν ότι είναι σε θέση να δώσουν άμεσες λύσεις, αλλά ότι δυναμώνουν το άτομο να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, στις δυνάμεις του προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες και τα προβλήματα που προκύπτουν (Χουρδάκη, 2001).

 

Βιβλιογραφία:

  • Μπρούμου, Μ. (2008). Ανάγκες Συμβουλευτικής Παιδιών Σχολικής και Εφηβικής Ηλικίας με Προβλήματα Συμπεριφοράς. Επιθεώρηση Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού, 84-85, 158-172.
  • Παππά, Β. (2006). Επάγγελμα Γονέας. Ψυχολογικοί τύποι γονέων και συμπεριφορά παιδιών και εφήβων. Αθήνα: Καστανιώτης.
  • Παππά, Β. (2008). Γονείς, Παιδιά και ΜΜΕ. Ένας οδηγός γονικής συμπεριφοράς. Αθήνα: Καστανιώτης.
  • Χουρδάκη, Μ. (2000α). Οικογενειακή Ψυχολογία (4η έκδ.). Αθήνα: Leader Books.
  • Χουρδάκη, Μ. (2000β). Σχολές Γονέων (1962-2000). Αθήνα: Σχολές Γονέων.
  • Χουρδάκη, Μ. (2001). «Οι αναντικατάστατοι Παιδαγωγοί. Η εκπαίδευση της οικογένειας. Σχολές Γονέων». Σύγχρονη Εκπαίδευση, 118, 33-39.

Σχετικά Links:

www.sitemaker.gr/sxolesgoneon.

Σχετικά άρθρα