Η αφήγηση παραμυθιού και η σημασία της φωνής της μαμάς

Εμφανίσεις: 3270

Τα παραμύθια δεν έχουν εποχή και η αφήγησή τους μπορεί να ευχαριστήσει και να συγκινήσει τόσο στους ίδιους τους γονείς, θυμίζοντάς τους τα δικά τους παιδικά χρόνια, όσο και τα παιδιά τους, γιατί κάποια συναισθήματα είναι κοινά σ’ όλα τα παιδιά όλων των εποχών...

Η συνήθεια να διηγούμαστε παραμύθια στα παιδιά, μια συνήθεια με την οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές παιδιών, δυστυχώς χάνεται όλο και περισσότερο σήμερα, καθώς κερδίζει έδαφος μια παροχή γνώσεων περισσότερο πρακτική, λογική και ρεαλιστική. Με αυτόν τον τρόπο όμως παραβλέπουμε το γεγονός ότι το παιδί είναι παιδί, είναι μια αυθύπαρκτη προσωπικότητα και όχι η μικρογραφία ενός ενηλίκου∙ ότι η πραγματικότητα που βιώνει είναι έτσι κι αλλιώς συμβολική και ότι οι μοναδικές εξηγήσεις που έχουν κάποιο νόημα γι' αυτό είναι οι εξηγήσεις μέσω εικόνων.

Υπάρχει ακόμη ένα στοιχείο που καλό θα ήταν να μην υποτιμούμε: η φυσική παρουσία της μητέρας (ή όποιου άλλου ασχολείται εκείνη τη στιγμή με το παιδί). Συχνά οι γονείς είναι απόντες, σωματικά ή και πνευματικά: μπορεί να βρίσκονται στο σπίτι, όμως είναι «αλλού», απορροφημένοι στα δικά τους, έχουν τις δικές τους ανησυχίες και ασχολίες. Όμως η στιγμή του παιχνιδιού με το παιδί ή του παραμυθιού είναι η μαγική στιγμή κατά την οποία ο ενήλικος βρίσκεται κοντά του, εντελώς στη διάθεσή του. Βέβαια, το παιδί γνωρίζει πάρα πολύ καλά το συγκεκριμένο παραμύθι, αλλά η μαμά είναι εκεί με τη φωνή της και με τις εκφράσεις της. Το παιδί μπορεί να την παρατηρήσει, να τη μελετήσει λεπτομερειακά. Η αξία του παραμυθιού αυτού καθαυτού είναι αναμφισβήτητη. Δεν χωράει αμφιβολία όμως το γεγονός ότι ακόμη και αν η μαμά διάβαζε τον Χρυσό Οδηγό, η παρουσία της κοντά στο παιδί και το γεγονός πως είναι απολύτως διαθέσιμη για το παιδί, θα ήταν ήδη αρκετά για να το καθησυχάσουν, να το ηρεμήσουν και να το αποκοιμίσουν.

Σας έχει διαβάσει, αλήθεια, κανείς στη διάρκεια της ενήλικης ζωής σας ένα παραμύθι; Και δε νιώσατε, έστω και για μια στιγμή, εκείνη τη γλυκιά αίσθηση, καθώς σας νανούριζε μια ζεστή φωνή; Και δε σας φάνηκε να βυθίζεστε σε έναν κόσμο μακρινό, μακρινό; ...

Το να εγκαταλείψουμε τη διήγηση των παραμυθιών σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τον καλύτερο τρόπο πρόσβασης σε εκείνο τον φανταστικό κόσμο που κατακλύζει το παιδί, σημαίνει ότι του στερούμε ένα χρήσιμο βοήθημα ή, ακόμη καλύτερα, ένα αναγκαίο βοήθημα για να αντιμετωπίσει και να επιλύσει τις αγωνίες, τους φόβους τις ανησυχίες του.

 

Βιβλιογραφία:

Σανταγκοστίνο, Π. (2003). Πώς να διηγούμαστε ένα παραμύθι… και να επινοούμε άλλα εκατό. Αθηνά: Καστανιώτη.

Σχετικά άρθρα