Η ριβαροξαβάνη (rivaroxaban - Xarelto®) είναι ένας νεότερος από του στόματος αντιπηκτικός παράγοντας που δρα εξαιρετικά εκλεκτικά ως άμεσος αναστολέας του ενεργοποιημένου παράγοντα Xa. Η αναστολή του παράγοντα Xa διακόπτει την ενδογενή και εξωγενή οδό του καταρράκτη της πήξης του αίματος, αναστέλλοντας τη δημιουργία θρομβίνης και την ανάπτυξη θρόμβων.
Η ριβαροξαβάνη δεν αναστέλλει τη θρομβίνη (ενεργοποιημένος παράγοντας II) και δεν έχει καταδειχθεί καμία επίδραση στα αιμοπετάλια.
Η ριβαροξαβάνη χορηγείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Πρόληψη της φλεβικής θρομβοεμβολής (δημιουργία θρόμβων αίματος στις φλέβες) σε ενήλικες ασθενείς που υποβάλλονται σε εκλεκτική χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης ισχίου ή γόνατος.
- Πρόληψη του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (λόγω θρόμβου αίματος στον εγκέφαλο) και της συστημικής εμβολής (θρόμβος αίματος σε αιμοφόρο αγγείο) σε ενηλίκους ασθενείς με μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή με έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου, όπως συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, υπέρταση, ηλικία ≥75 ετών, σακχαρώδη διαβήτη, προηγούμενο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο.
- Θεραπεία της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης (DVT, θρόμβος αίματος σε εν τω βάθει φλέβα, συνήθως στα κάτω άκρα) και της πνευμονικής εμβολής (θρόμβος σε αιμοφόρο αγγείο που τροφοδοτεί τους πνεύμονες) και πρόληψη της υποτροπής της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης και της πνευμονικής εμβολής σε ενηλίκους.
- Πρόληψη των αθηροθρομβωτικών επεισοδίων σε ενήλικες ασθενείς μετά από οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ACS) με αυξημένους καρδιακούς βιοδείκτες, συγχορηγούμενο με ακετυλοσαλικυλικό οξύ μόνο ή με ακετυλοσαλικυλικό οξύ συν κλοπιδογρέλη ή τικλοπιδίνη.
Η χορήγηση της ριβαροξαβάνης απλοποιεί την αντιπηκτική θεραπεία των ασθενών αφού δεν ισχύουν οι περιορισμοί των κουμαρινικών αντιπηκτικών. Έτσι η ριβαροξαβάνη χορηγείται σε σταθερό δοσολογικό σχήμα μία φορά την ημέρα, χωρίς ανάγκη παρακολούθησης της αντιπηκτικής δράσης, χωρίς περιορισμούς στην διατροφή και με μικρό κίνδυνο αλληλεπιδράσεων με άλλα φάρμακα.
Με την μελέτη ROCKET AF, μια αυστηρά σχεδιασμένη, διπλή-τυφλή μελέτη πρόληψης αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων σε ασθενείς με μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή και τουλάχιστον δύο παράγοντες κινδύνου για εγκεφαλικά επεισόδια, με περισσότερους από 14.000 ασθενείς σε 1.100 συμμετέχοντα ερευνητικά κέντρα από 45 χώρες και 2 έτη διάμεσο χρόνο παρακολούθησης η ριβαροξαβάνη τεκμηρίωσε την υψηλή αποτελεσματικότητά της. Στη μελέτη που είχε σαν κύριο καταληκτικό κριτήριο την ετήσια συχνότητα εγκεφαλικών και περιφερικών εμβολών, η ριβαροξαβάνη επιβεβαίωσε τη μη κατωτερότητα σε σύγκριση με την βαρφαρίνη (2,12% στην ομάδα της ριβαροξαβάνης και 2,42% στην ομάδα της βαρφαρίνης). Η συχνότητα των μειζόνων αιμορραγιών ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες (3,6% με ριβαροξαβάνη και 3,45% με βαρφαρίνη). Ωστόσο η συχνότητα εγκεφαλικών αιμορραγιών ήταν σημαντικά χαμηλότερη με την ριβαροξαβάνη (0,49% έναντι 0,74%).
Όταν η ριβαροξαβάνη χρησιμοποιείται για την πρόληψη φλεβικής θρομβοεμβολής σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης ισχίου ή γόνατος, η συνιστώμενη δόση είναι 10 mg μία φορά την ημέρα. Η αγωγή με ριβαροξαβάνη πρέπει να αρχίζει 6 έως 10 ώρες μετά την εγχείρηση, υπό την προϋπόθεση ότι έχει σταματήσει η αιμορραγία στο σημείο της χειρουργικής τομής. Η θεραπεία των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης ισχίου πρέπει να συνεχίζεται για πέντε εβδομάδες και των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης γόνατος για δύο εβδομάδες. Τα δισκία μπορούν να λαμβάνονται με ή χωρίς τροφή.
Στην περίπτωση που η ριβαροξαβάνη χρησιμοποιείται για την πρόληψη εγκεφαλικού επεισοδίου ή της συστηματικής εμβολής σε ασθενείς με μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή, η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg μία φορά την ημέρα και η αγωγή θα πρέπει να συνεχίζεται μακροχρόνια, εφόσον το όφελος υπερτερεί του κινδύνου αιμορραγίας. Τα δισκία θα πρέπει να λαμβάνονται με τροφή και εάν παραλειφθεί μια δόση, ο ασθενής πρέπει να την πάρει αμέσως και να συνεχίσει την επόμενη ημέρα με την πρόσληψη άπαξ ημερησίως, όπως συνιστάται. Η δόση δεν πρέπει να διπλασιαστεί εντός της ίδιας ημέρας για να αναπληρωθεί η δόση που παραλείφθηκε.
Κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC) για ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή:
Οι κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC) για ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή και ≥1 παράγοντες κινδύνου* συστήνουν χορήγηση αντιπηκτικών από του στόματος
*Αναθεωρημένοι παράγοντες κινδύνου (CHA2DS2VASc score): συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, αρτηριακή υπέρταση, ηλικία ≥75 ετών (x2), σακχαρώδης διαβήτης, προηγούμενο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ) ή παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο, αγγειακή νόσος, ηλικία 65-74 ετών, γυναικείο φύλλο.
Για ασθενείς υπό θεραπευτική αντιπηκτική αγωγή με ανταγωνιστές της βιταμίνης K (κουμαρινικά) για την πρόληψη του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και της συστημικής εμβολής, η θεραπεία με ανταγωνιστές της βιταμίνης K πρέπει να διακοπεί και να ξεκινήσει η θεραπεία με ριβαροξαβάνη όταν η τιμή Διεθνούς Ομαλοποιημένης Σχέσης (INR) είναι ≤ 3,0. Για ασθενείς υπό θεραπευτική αγωγή για τη εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, πνευμονική εμβολή και πρόληψη της υποτροπής, η θεραπεία με ανταγωνιστές της βιταμίνης K πρέπει να διακοπεί και να ξεκινήσει η θεραπεία με ριβαροξαβάνη όταν η τιμή INR είναι ≤ 2,5. Όταν οι ασθενείς αλλάζουν από ανταγωνιστές της βιταμίνης K σε ριβαροξαβάνη οι τιμές INR θα είναι ψευδώς αυξημένες μετά την πρόσληψη της ριβαροξαβάνης. Η τιμή INR δεν είναι έγκυρη για τη μέτρηση της αντιπηκτικής δράσης της ριβαροξαβάνης και, συνεπώς, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται.
Σε ασθενείς που αλλάζουν από την ριβαροξαβάνη σε ανταγωνιστές της βιταμίνης K, ο ανταγωνιστής πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα μέχρι η τιμή INR να είναι ≥2,0. Όταν η ριβαροξαβάνη διακοπεί, οι εξετάσεις INR μπορούν να γίνουν αξιόπιστα τουλάχιστον 24 ώρες μετά από την τελευταία δόση.
Όταν η ριβαροξαβάνη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης (DVT) και της πνευμονικής εμβολής ή για την πρόληψη της επανεμφάνισης της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης ή πνευμονικής εμβολής, η συνιστώμενη δόση για την αρχική θεραπεία της οξείας εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης είναι 15 mg δύο φορές ημερησίως για τις πρώτες τρεις εβδομάδες ακολουθούμενη από 20 mg μία φορά την ημέρα. Τα δισκία θα πρέπει να λαμβάνονται με τροφή. Η διάρκεια της θεραπείας πρέπει να εξατομικεύεται μετά από προσεκτική αξιολόγηση του οφέλους της θεραπείας έναντι του κινδύνου αιμορραγίας. H μικρή διάρκεια θεραπείας (για τουλάχιστον 3 μήνες) θα πρέπει να βασίζεται σε παροδικούς παράγοντες κινδύνου ( π.χ. πρόσφατη εγχείρηση, τραύμα, ακινησία) και οι μεγαλύτερης διάρκειας θα πρέπει να βασίζονται σε μόνιμους παράγοντες κινδύνου ή ιδιοπαθή εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση ή πνευμονική εμβολή.
Σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, όταν η ριβαροξαβάνη χρησιμοποιείται για την πρόληψη αθηροθρομβωτικών επεισοδίων, η συνιστώμενη δόση είναι 2,5 mg δύο φορές την ημέρα. Η ριβαροξαβάνη πρέπει να λαμβάνεται το ταχύτερο δυνατόν αφού σταθεροποιηθεί το οξύ στεφανιαίο σύνδρομο ή σε συνδυασμό με ασπιρίνη ή με ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη ή με ασπιρίνη και τικλοπιδίνη. Τα οφέλη της συνεχιζόμενης αγωγής πρέπει να αξιολογούνται, ως προς τον κίνδυνο αιμορραγίας, σε τακτά χρονικά διαστήματα από τον θεράποντα ιατρό.
Σε ασθενείς με ήπια νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 50 - 80 ml/min) δεν απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας, αλλά στην περίπτωση της μέτριας (κάθαρση κρεατινίνης 30 - 49 ml/min) ή σοβαρής νεφρικής δυσλειτουργίας (κάθαρση κρεατινίνης 15 - 29 ml/min), εφαρμόζονται οι ακόλουθες δοσολογικές συστάσεις:
- Για την πρόληψη του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και της συστημικής εμβολής σε ασθενείς με μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή, η συνιστώμενη δόση είναι 15 mg άπαξ ημερησίως.
- Για τη θεραπεία της της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, τη θεραπεία της πνευμονικής εμβολής και την πρόληψη της υποτροπής της της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης και της πνευμονικής εμβολής οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία με 15 mg δύο φορές ημερησίως για τις πρώτες 3 εβδομάδες και στη συνέχεια, η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg άπαξ ημερησίως.
Η ριβαροξαβάνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με ηπατική νόσο σχετιζόμενη με διαταραχή της πήξης του αίματος και κλινικά σχετιζόμενο κίνδυνο αιμορραγίας συμπεριλαμβανομένων των κιρρωτικών ασθενών με Child Pugh B και C, σε υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα, σε παρούσα ή πρόσφατη γαστρεντερική εξέλκωση, παρουσία κακοηθών νεοπλασιών σε υψηλό κίνδυνο αιμορραγίας, πρόσφατη κάκωση του εγκεφάλου ή της σπονδυλικής στήλης, πρόσφατη χειρουργική επέμβαση εγκεφάλου, σπονδυλικής στήλης ή οφθαλμών, πρόσφατη ενδοκρανιακή αιμορραγία, γνωστούς οισοφαγικούς κιρσούς ή υπόνοια ύπαρξής τους, αρτηριοφλεβώδεις δυσπλασίες, αγγειακά ανευρύσματα ή σοβαρές ενδορραχιαίες ή ενδοεγκεφαλικές αγγειακές ανωμαλίες. Η ταυτόχρονη θεραπεία μαζί με άλλα αντιπηκτικά π.χ. μη κλασματοποιημένη ηπαρίνη (ΜΚΗ), ηπαρίνες μικρού μοριακού βάρους (ενοξαπαρίνη, δαλτεπαρίνη κτλ.), παράγωγα ηπαρίνης (φονταπαρινόξη κτλ.), από στόματος αντιπηκτικά (βαρφαρίνη, ετεξιλική δαβιγατράνη, απιξαμπάνη κτλ.) δεν συνιστάται.
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.xarelto.com/
Πηγή: Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος Xarelto®
Το φάρμακο αυτό τελεί υπό συμπληρωματική παρακολούθηση που θα επιτρέψει τον ταχύ προσδιορισμό νέων πληροφοριών ασφάλειας.