Τύποι γονέων και συναισθηματική διαπαιδαγώγηση

Πολλές έρευνες στο χώρο της Εξελικτικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας έχουν καταλήξει στην ύπαρξη 4 τύπων γονέων ανάλογα με τις αξίες και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν στην ανατροφή των παιδιών. Σύμφωνα με την D. Baumrind και τους Maccoby & Martin αυτοί οι τύποι είναι ο «αυταρχικός» γονέας, ο «ανεκτικός-επιεικής» γονέας, ο «ανεκτικός-αδιάφορος» γονέας, και τέλος, ο «δημοκρατικός» γονέας (βλ. αναλυτικά Παππά, 2006).

Ωστόσο, έχει βρεθεί ότι οι γονείς διαφέρουν μεταξύ τους και στο κομμάτι της συναισθηματικής αγωγής, δηλαδή στον τρόπο με τον οποίο αναγνωρίζουν, εκφράζουν και διαχειρίζονται συναισθήματα, στον τρόπο που αλληλεπιδρούν σε συναισθηματικό επίπεδο με το παιδί, στον τρόπο με τον οποίο επιλύουν συγκρούσεις με το παιδί και γενικά στον τρόπο με τον οποίο «δουλεύουν» με το συναίσθημα το δικό τους ή του παιδιού. Έτσι, μετά από έρευνες σε οικογένειες σχετικά με το «στιλ» συναισθηματικής διαπαιδαγώγησης που χρησιμοποιούν, ο J. Gottman (2000) κάνει λόγο για 4 διαφορετικούς τύπους γονέων.

Οι τύποι γονέων ανάλογα με το είδος της συναισθηματικής διαπαιδαγώγησης που χρησιμοποιούν είναι οι «αποστασιοποιημένοι», οι «επικριτικοί-αποδοκιμαστικοί», οι «επιτρεπτικοί-παραχωρητικοί» γονείς και οι «συναισθηματικοί μέντορες».

α) ΟΙ ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΓΟΝΕΙΣ: Θεωρούν ότι τα συναισθήματα των παιδιών τους είναι ασήμαντα, παράλογα και συχνά τα παρα­γνωρίζουν. Επιδιώκουν τη γρήγορη εξαφάνιση των αρνητικών συναισθημάτων των παιδιών. Προσπαθούν με περισπασμούς να αναστείλουν τα συναισθήματα των παιδιών τους, γιατί τους προκαλούν σύγχυση και άγχος. Συχνά γελοιοποιούν ή ελαχιστοποιούν τα συναισθήματα των παιδιών τους. Οι γονείς αυτοί συνήθως δεν έχουν επίγνωση ούτε των δικών τους συναισθημάτων ούτε των άλλων. Φοβούνται μήπως χάσουν το συναισθηματικό έλεγχο. Νιώθουν άβολα, φοβούνται, πιέζονται, ενοχλούνται, πληγώνονται ή πνίγονται από τα συναισθήματα των παιδιών τους.

Έτσι, τα παιδιά των «αποστασιοποιημένων» συναισθηματικά γονέων μαθαίνουν ότι τα συναισθήματά τους είναι λανθασμένα και χωρίς αξία. Δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να αποδεχθούν ιδιαίτερα τα αρνητικά τους συναισθήματα και πιστεύουν ότι κάτι «δεν πάει καλά» όταν νιώθουν έτσι. Τέλος, είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν δυσκολίες και στην έκφραση και διαχείριση των συναισθημάτων τους.

β) ΟΙ ΕΠΙΚΡΙΤΙΚΟΙ-ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΟΙ ΓΟΝΕΙΣ: Οι γονείς αυτοί μοιάζουν με τους αποστασιοποιημένους, αλλά αποδοκιμάζουν περισσότερο τη συναισθηματική έκφραση των παιδιών τους κρίνοντας ή ε­πικρίνοντας τα συναισθήματά τους. Θέλουν να βάλουν όρια στα συναισθήματα. Θεωρούν σημαντική τη συμμόρφωση των παιδιών σε καλά πρότυπα ή συμπεριφορές. Επιπλήττουν ή τιμωρούν τα παι­διά για την έκφραση των συναισθημάτων τους, είτε αυτά συμπεριφέρονται άσχημα είτε όχι. Θεωρούν ότι το παιδί όταν εκφράζει αρνητικά συναισθήματα, θέλει να πετύχει κάτι. Επίσης, πιστεύουν ότι τα συναισθήματα είναι ίδιον των αδύναμων ανθρώπων. Δίνουν σημασία στην υπακοή του παιδιού στην εξουσία. Ασφαλώς, το συνηθέστερο είναι οι γονείς αυτοί να λειτουργούν αποδοκιμαστικά υπό ορισμένες συνθήκες.

Κατά συνέπεια, τα παιδιά των «επικριτικών» γονέων αντιμετωπίζουν τις ίδιες περίπου δυσκολίες στην αναγνώριση, έκφραση, διαχείριση και αποδοχή των συναισθημάτων τους με τα παιδιά των «αποστασιοποιημένων» γονέων. Τα αγόρια συνήθως αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τα συναισθήματα του φόβου και της λύπης, ενώ τα κορίτσια με τα συναισθήματα του θυμού. Οι γονείς που ανήκουν στους δύο πρώτους τύπους προσπαθούν να προστατεύσουν τα παιδιά τους από το συναισθηματικό πόνο και έτσι αποφεύγουν ή βάζουν τέλος σε καταστάσεις που προκαλούν δάκρυα ή θυμωμένα ξεσπάσματα. Έτσι, όμως, τα παιδιά δεν έχουν την ευκαιρία να βιώσουν και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα συναισθήματα, τους. Είναι, δηλαδή, απροετοίμαστα να ανταποκριθούν σης προκλήσεις της ενήλικης ζωής.

γ) ΟΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΙΚΟΙ-ΠΑΡΑΧΩΡΗΤΙΚΟΙ ΓΟΝΕΙΣ: Επιτρέπουν και αποδέχονται ελεύθερα τη συναισθηματική έκφραση των παιδιών τους, χωρίς ό­μως να προσφέρουν καθοδήγηση σε θέματα συμπεριφοράς. Παρη­γορούν το παιδί που βιώνει αρνητικά συναισθήματα. Δε μαθαίνουν στο παιδί τίποτα σχετικό με τη διαχείριση των συναισθημάτων και δε θέτουν καθόλου όρια. Δεν ασχολούνται με τη διαχείριση των αρ­νητικών συναισθημάτων, παρά μόνο με την απελευθέρωσή τους.

Τα παιδιά των «επιτρεπτικών» γονέων βρίσκονται στην ίδια θέση με αυτά των δύο προηγούμενων τύπων γονέων. Δεν έχουν μάθει να ελέγχουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, να χαλαρώνουν και να συγκεντρώνονται όταν χρειάζεται. Έτσι, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην εκμάθηση νέων δεξιοτήτων και γενικά σης επιδόσεις τους στο σχολείο. Επίσης, αδυνατούν να κατανοήσουν κοινωνικά μηνύματα, κανόνες και όρια, κάτι που ίσως τα δυσκολέψει στη σύναψη και διατήρηση φιλικών σχέσεων με τους συνομηλίκους τους.

δ) ΟΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΙ ΜΕΝΤΟΡΕΣ: Οι γονείς που εφαρμόζουν τη συναισθηματική αγωγή. Ο γονέας-συναισθηματικός μέντορας δια­παιδαγωγεί το παιδί του σύμφωνα με τις ακόλουθες πέντε αρχές της συναισθηματικής αγωγής:

  1. Έχει επίγνωση των συναισθημάτων του παιδιού του.
  2. Αντιμετωπίζει το συναίσθημα ως μια ευκαιρία μεγαλύτερης προσέγγισης του παιδιού για ανάπτυξη οικειότητας μεταξύ γονέα - παιδιού, καθώς και ως ευκαιρία διδασκαλίας.
  3. Ακούει προσεκτικά, δείχνει ενσυναίσθηση και αναγνωρίζει τα συναισθήματα του παιδιού, είτε είναι θετικά είτε είναι αρ­νητικά.
  4. Βοηθά το παιδί να κατονομάσει, να εκφράσει λεκτικά τα συ­ναισθήματά του.
  5. Θέτει όρια και επίσης εξετάζει πιθανές στρατηγικές για την επίλυση κάποιου προβλήματος.

Οι γονείς αυτοί αποδέχονται και τα αρνητικά συναισθήματα των παιδιών τους και προωθούν τη λεκτική τους έκφραση. Η έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων των παιδιών αντιμετωπίζεται ως αφόρμηση για διεύρυνση και εμβάθυνση της επικοινωνίας τους μα­ζί τους. Επιπλέον, οι συναισθηματικοί μέντορες αφιερώνουν χρόνο στην έκφραση αυτών των συναισθημάτων, θεωρώντας ότι αποτε­λούν σημαντική πτυχή της διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Έχουν και οι ίδιοι επίγνωση των δικών τους συναισθημάτων και είναι ευαί­σθητοι σε οποιαδήποτε συναισθηματική κατάσταση του παιδιού τους, χωρίς να βιώνουν σύγχυση ή άγχος όταν έρχονται αντιμέτω­ποι με τα συναισθήματά του. Χαρακτηρίζονται από σεβασμό όσον αφορά στην αντιμετώπιση των συναισθημάτων, όπως επίσης και από ενσυναίσθηση και προσφέρουν καθοδήγηση στα παιδιά τους σχετικά με τη διαχείριση των συναισθημάτων τους.

Όταν τα παιδιά είναι συναισθηματικά δεμένα με τους γονείς τους και οι γονείς χρησιμοποιούν αυτό το δεσμό για να βοηθήσουν τα παιδιά να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους και να επιλύσουν τα προβλήματά τους μόνα τους, μόνο θετικά μπορούν να προκύψουν. Από έρευνες διαφαίνεται ότι τα παιδιά μαθαίνουν να εμπιστεύονται τον εαυτό τους και τις δυνάμεις τους και αποκτούν ένα καλό επίπεδο αυτοεκτίμησης.

Επίσης, είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πλήρως το μαθησιακό τους δυναμικό, με αποτέλεσμα να έχουν πολύ καλές επιδόσεις το σχολείο, ανάλογες των δυνατοτήτων τους. Ακόμα, διαμορφώνουν υγιείς σχέσεις με τους συνομηλίκους τους, παρουσιάζουν λιγοστά προβλήματα συμπεριφοράς και μπορούν να ξεπεράσουν αποτελεσματικά δύσκολες εμπειρίες ή εμπειρίες που προκαλούν άγχος. Κατά συνέπεια, τα παιδιά με γονείς «συναισθηματικούς μέντορες» είναι καλά προετοιμασμένα προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους και τις προκλήσεις της ενήλικης ζωής (Gottman, 2000).

Βιβλιογραφία:

  • Gottman, J. (2000). Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πώς να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη. Ένας πρακτικός οδηγός για γονείς (Χ. Χατζηχρήστου, Επιμ., & Χ. Ξενάκη, Μετάφρ.). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  • Λουκίδη, Θ. (2009). Συναισθηματική αγωγή: Πως μπορουν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά (Β' Μέρος). ΓΙΑ ΣΑΣ ΓΟΝΕΙΣ.
  • Παππά, Β. (2006). Επάγγελμα γονέας. Αθήνα: Καστανιώτη.

Σχετικά άρθρα