Η κροταφική ή γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα (Temporal arteritis) είναι μία αυτοάνοση νόσος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή (αγγειίτιδα) του μέσου και μεγάλου μεγέθους αρτηριών του σώματος, προσβολή ενός ή περισσοτέρων κλάδων της καρωτιδικής αρτηρίας (ιδίως της κροταφικής αρτηρίας) και κύρια εκδήλωση την κεφαλαλγία.
Ιστολογικά η νόσος χαρακτηρίζεται από διήθηση ολοκλήρου του τοιχώματος του αγγείου από μονοπύρηνα, διάσπαση του έσω ελαστικού πετάλου, και σχηματισμό κοκκιωμάτων με γιγαντοκύτταρα.
Ο όρος κροταφική αρτηρίτιδα είναι παραπλανητικός γιατί η νόσος δεν περιορίζεται μόνο στις κροταφικές αρτηρίες αλλά είναι συστηματική και προσβάλει αρτηρίες σε πολλά σημεία του σώματος.
Η κροταφική αρτηρίτιδα:
- Εμφανίζεται αποκλειστικά σε άτομα >50 ετών.
- Το 64 % των ασθενών είναι γυναίκες ηλικίας 65-73 ετών.
- Η εγκατάστασή της είναι απότομη ή ύπουλη.
- Στο 41-46 % η νόσος συνοδεύεται από ρευματική πολυμυαλγία μια άλλη ρευματική νόσο που χαρακτηρίζεται από βύθιους πόνους και δυσκαμψία των κεντρικών περιοχών των άκρων (αυχένα, ώμων, οσφύ, ισχίων, μηρών).
- Το 50 % των ασθενών εμφανίζουν χαμηλό πυρετό.
- Μπορεί να συνοδεύεται από νευροψυχιατρικά συμπτώματα όπως σύγχυση, καταθλιπτικές αντιδράσεις, ψύχωση, άνοια.
Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από:
- Κεφαλαλγία και ευαισθησία του δέρματος του κρανίου λόγω αρτηρίτιδας των κροταφικών και ινιακών αγγείων. Η κεφαλαλγία μπορεί να αποτελέσει ένα από τα πρωιμότερα συμπτώματα (30-40 % είναι αρχικό σύμπτωμα) και μπορεί να είναι διαφόρου βαθμού βαρύτητας. Η κροταφική αρτηρία εμφανίζεται ευαίσθητη, πεπαχυσμένη, αρχικά με σφυγμό ενώ αργότερα αποφράσσεται.
- Οπτικές διαταραχές όπως περιοδική θόλωση της όρασης, βλεφαρόπτωση, διπλωπία, παροδική ή μόνιμη τύφλωση που οφείλονται σε αρτηρίτιδα των οπίσθιων ακτινοειδών ή οφθαλμικών αρτηριών ή πιο σπάνια της κεντρικής αρτηρίας του αμφιβληστροειδούς. Η τύφλωση εμφανίζεται μετά εβδομάδες ή μήνες αλλά μπορεί και απότομα.
- Διαλείπουσα χωλότητα λόγω αγγειίτιδας, με εμφάνιση κυρίως πόνου στους μασητήρες, στους μυς της κατάποσης, των άκρων και της γλώσσας. Η διαλείπουσα χωλότητα της κάτω γνάθου εμφανίζεται στο 1/3-1/2 των περιπτώσεων και οφείλεται στην μείωση της ροής του αίματος στις κροταφικές ή στις γναθιαίες αρτηρίες.
Εργαστηριακά ευρήματα:
- Δεν υπάρχουν ειδικά εργαστηριακά της νόσου.
- Αύξηση της ΤΚΕ >60 mm/h.
- Αναιμία ορθόχρωμη ορθοκυτταρική.
- Λευκοκυττάρωση <20.000 /μλ (αύξηση λευκών αιμοσφαιρίων)
- Θρομβοκυττάρωση <1.000.000 /μλ (αύξηση αιμοπεταλίων).
- Αύξηση ινωδογόνου, α2 σφαιρίνης, ανοσοσφαιρίνης IgG, συμπληρώματος C3 και C4.
Η διάγνωση της νόσου τίθεται με:
Βιοψία (πρέπει να γίνει την πρώτη εβδομάδα έναρξης της θεραπευτικής αγωγής για να μην αλλάξουν τα ευρήματά της από την αγωγή) ενός τμήματος της κροταφικής αρτηρίας που παρουσιάζει συμπτώματα. Σε περίπτωση που δεν εντοπιστεί βλάβη πρέπει να εξαιρεθεί τμήμα >5cm (παρουσία «κατ΄ άλματος» αλλοιώσεων).
Η θεραπεία:
Γίνεται με κορτικοστεροειδή (πρεδνιζόνη 60mg/ημέρα) για τουλάχιστον δύο χρόνια, αμέσως μετά την διάγνωση για να προλάβουμε μία πιθανή τύφλωση. Σε σπάνιες, όμως, περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται είτε χορήγηση χαμηλών δόσεων κορτιζόνης για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα είτε θεραπεία με συνδυασμό κορτιζόνης και κάποιου άλλου ανοσορρυθμιστικού φαρμάκου.
Η πορεία της νόσου ελέγχεται με την ΤΚΕ και όταν επανέρθει στα φυσιολογικά πρέπει να μειωθούν τα κορτικοστεροειδή.