Με τον όρο χολολιθίαση (cholelithiasis) εννοούμε την παρουσία λίθων στη χοληδόχο κύστη. Η πλειονότητα των χολόλιθων αποτελούνται από χοληστερίνη (χοληστερινικοί χολόλιθοι), αλλά υπάρχουν και οι χολόλιθοι από χολερυθρίνη (χολερυθρινικοί χολόλιθοι).
Η χολολιθίαση είναι πιο συχνή στις γυναίκες από ότι στους άνδρες και η συχνότητά της αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας όπου υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο του πληθυσμού μετά την ηλικία των 65 ετών θα εμφανίσει χολολιθίαση.
Η χολή:
Η χολή είναι ένα διάλυμα που περιέχει χολοχρωστικές, χολικά οξέα, χοληστερίνη, φωσφολιπίδια, ηλεκτρολύτες και βλέννη, που παράγεται από τα κύτταρα του βλεννογόνου των χοληφόρων. Η χολή παράγεται από το ήπαρ (ηπατική χολή) σε ποσότητα που φτάνει το 1 λίτρο ημερησίως.
Ο κυριότερος ρόλος της χοληδόχου κύστης είναι η συμπύκνωση της χολής μέσω ενεργητικής απορρόφησης ύδατος και ηλεκτρολυτών από το βλεννογόνο της. παραγόμενη χολή από την χοληδόχο κύστη είναι κατά τουλάχιστον δέκα φορές πιο συμπυκνωμένη από την ηπατική χολή.
Η χοληδόχος κύστη συσπάται και χαλάται. Η σύσπαση της χοληδόχου κύστης επιτυγχάνεται με τη δράση της χολοκυστοκινίνης (CCK), η οποία εκκρίνεται από την εγγύς μοίρα του εντέρου. Ερέθισμα για έκκριση είναι το λίπος της τροφής ή τα προϊόντα διάσπασης των λευκωμάτων. Η χοληδόχος κύστη χαλάται μεταξύ των γευμάτων και υποδέχεται την ηπατική χολή που εκκρίνουν τα ηπατικά κύτταρα. Η χολή μέσω του χοληφόρου δένδρου μεταφέρεται στο έντερο.
Σε συνθήκες νηστείας η εκκρινόμενη από το ήπαρ χολή λόγω της τονικής σύσπασης του σφιγκτήρα του Oddi (σφικτήρας που βρίσκεται στο σημείο όπου η χολή μέσω του χοληδόχου πόρου εισέρχεται στο έντερο), εκτρέπεται μέσω του κυστικού πόρου στην χοληδόχο κύστη όπου εναποθηκεύεται και συμπυκνώνεται μέχρι το επόμενο γεύμα, οπότε και θα προκληθεί σύσπαση της χοληδόχου κύστης, χάλαση του σφικτήρα του Oddi και έκχυση της χολής στο έντερο.
Τα χολικά οξέα:
Τα χολικά οξέα διακρίνονται σε πρωτογενή, (χολικό και το χηνοδεοξυχολικό οξύ) και σε δευτερογενή χολικά οξέα (δεοξυχολικό και το λιθοχολικό οξύ) τα οποία προέρχονται από τα πρωτογενή χολικά οξέα μετά την μετατροπή τους από τα βακτηρίδια του εντέρου.
Το χολικό, το χηνοδεοξυχολικό και το δεοξυχολικό οξύ, βοηθούν στην πέψη των λιπών των τροφών και καθημερινά μετά την πέψη απορροφούνται από το έντερο και ξαναεισέρχονται στην χολή μέσω της συστηματικής κυκλοφορίας κλείνοντας έτσι ένα κύκλο (εντεροηπατική κυκλοφορία) ο οποίος επαναλαμβάνεται τουλάχιστον 4-6 φορές ημερησίως. Η δεξαμενή των χολικών οξέων είναι φυσιολογικά 3g περίπου. Μισό γραμμάριο χολικών οξέων περίπου, που χάνεται με τα κόπρανα, αντικαθίσταται με την εκ νέου σύνθεση από το ήπαρ. Η χοληστερίνη και τα φωφολιπίδια της χολής δεν υφίστανται εντεροηπατική κυκλοφορία.
Τρεις είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν στο σχηματισμό των χοληστερινικών χολόλιθων:
- Η μεταβολή της σύστασης της χολής (λιθογόνος χολή).
- Η πυρηνοποίηση των κρυστάλλων της χοληστερίνης και
- Η διαταραχή της λειτουργικότητας της χοληδόχου κύστης (υποκινητικότητα).
Μεταβολή της σύστασης της χολής:
Στη χολολιθίαση η χολή είναι λιθογόνος. Αυτό σημαίνει ότι το ήπαρ μάλλον είναι το υπεύθυνο όργανο. Η μείζονα ανωμαλία στη λιθογόνο χολή είναι οι αυξημένες συγκεντρώσεις της χοληστερίνης, που συνοδεύονται με τα αυξημένα επίπεδα του ενζύμου αναγωγάση HMGCoA που ρυθμίζει τη σύνθεση της ηπατικής χοληστερίνης. Δεύτερος σημαντικός παράγοντας επίσης είναι η μείωση της δεξαμενής των χολικών οξέων. Αυτοί οι δύο παράγοντες έχουν ως αποτέλεσμα τον υπερκορεσμό της χολής σε χοληστερίνη, την καθίζηση της και το σχηματισμό χολόλιθων.
Η βλέννη:
Προμηθεύει τον πυρήνα, οπότε συμπλέγματα χοληστερίνης-χολοχρωστικών καθιζάνουν με τη μορφή μικροσφαιριδίων. Οι αυξημένες ποσότητες βλέννης προφανώς προέρχονται από τα επιθήλια του βλεννογόνου της χοληδόχου κύστης.
Η βραδεία κένωση της χοληδόχου κύστης:
Εμφανίζεται ιδιαίτερα σε γυναίκες και οφείλεται σε ορμονικά αίτια, συνεισφέρει στη δημιουργία χολόλιθων.
Παράγοντες κινδύνου εμφάνισης χοληστερινικών λίθων είναι:
- Η μεγάλη ηλικία.
- Το γυναικείο φύλο.
- Η παχυσαρκία.
- Η πρόσληψη τροφής υψηλής θερμιδικής αξίας.
- Ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερλιπιδαιμία τύπου IV.
- Οι φιβράτες (αντιλιπιδαιμικά φάρμακα) που προκαλούν αύξηση της έκκρισης της χοληστερίνης στη χολή.
- Η νόσος του Crohn ή η εκτομή του ειλεού, που συμβάλλουν στη μείωση της απορρόφησης των χολικών οξέων.
Παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης χολερυθρινικών χολόλιθων είναι:
- Η μεγάλη ηλικία,
- Οι λοιμώξεις του χοληφόρου δένδρου,
- Η αιμολυτική νόσος και
- Η κίρρωση του ήπατος.
Όσον αφορά την παθογένεση των χολόλιθων από χολοχρωστικές:
- Οι μαύροι χολόλιθοι σχηματίζονται στη χοληδόχο κύστη παρουσία αιμόλυσης. Οι αυξημένες ποσότητες γλυκουρονιδίου της χολερυθρίνης με την ιστική β-γλυκουρονιδάση της χοληδόχου κύστης καθιζάνουν ως αποτέλεσμα υπερκορεσμού σε ασύζευκτη χολερυθρίνη που είναι αδιάλυτη στο νερό.
- Οι φαιοί χολόλιθοι από χολοχρωστικές σχηματίζονται ως αποτέλεσμα αναερόβιας λοίμωξης της χολής. Η στάση διευκολύνει τη βακτηριακή λοίμωξη, τα εντερικά βακτηρίδια παράγουν β-γλυκουρονιδάση με αποτέλεσμα την παραγωγή ασύζευκτης χολερυθρίνης, που καθιζάνει μαζί με ασβέστιο. Το σύμπλεγμα είναι αδιάλυτο στο νερό, με αποτέλεσμα σχηματισμό χολολίθων στους χοληδόχους πόρους.
Μορφολογία των χολόλιθων:
Χοληστερινικοί χολόλιθοι:
- Οι αμιγείς εκ χοληστερίνης χολόλιθοι είναι μονήρεις ή πολλαπλοί, συχνά μεγάλου μεγέθους, κίτρινου χρώματος και ακτινοδιαφανείς (δεν είναι ορατοί στην απλή ακτινογραφία).
- Οι μικτοί (70% χοληστερίνη, 30% ανθρακικό ασβέστιο) πιθανόν να είναι ακτινοσκιεροί (ορατοί στην απλή ακτινογραφία).
Χολόλιθοι εκ χολοχρωστικών ή χολερυθρινικοί χολόλιθοι:
- Οι αμιγείς είναι πολλαπλοί μικροί, σκοτεινού μαύρου ή μελανοπράσινου χρώματος, πολυγωνικοί, σπάνια ακτινοσκιεροί (δεν είναι ορατοί στην απλή ακτινογραφία).
- Οι μικτοί φαιού χρώματος, συχνά ακτινοσκιεροί (ορατοί στην απλή ακτινογραφία).
Επιπλοκές χολολιθίασης:
- Η χολολιθίαση είναι σε ψηλό ποσοστό ασυμπτωματική. Τα άτομα με ασυμπτωματική χολολιθίαση πρέπει να βρίσκονται υπό ιατρική παρακολούθηση.
- Ομάδες υψηλού κινδύνου αποτελούν άτομα με συνυπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη και δρεπανοκυτταρική αναιμία.
- Μετακίνηση του χολόλιθου και απόφραξη του κυστικού πόρου μπορεί να προκαλέσει κωλικό του δεξιού υποχονδρίου ή οξεία χολοκυστίτιδα. Η οξεία χολοκυστίτιδα είναι δυνατό να προκαλέσει διάτρηση της χοληδόχου κύστης και περιτονίτιδα.
- Διάτρηση της χοληδόχου κύστης και του γειτονικού τοιχώματος του δωδεκαδάκτυλου έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία επικοινωνίας χοληδόχου κύστης και δωδεκαδακτύλου, οπότε κάποιος χολόλιθος είναι δυνατό να διέλθει διαμέσου της επικοινωνίας και να προκαλέσει ειλεό από χολόλιθο.
- Άλλη επιπλοκή της οξείας χολοκυστίτιδας είναι ο ύδρωπας ή το εμπύημα της χοληδόχου κύστης.
- Η απόφραξη του χοληδόχου πόρου μπορεί να προκαλέσει χολοστατικό σύνδρομο, οξεία χολαγγειίτιδα ή οξεία παγκρεατίτιδα.